υδρορρόα

υδρορρόα
υδρορρόη η водосточный жёлоб, водосток

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "υδρορρόα" в других словарях:

  • ὑδρορρόα — ὑδρορρόᾱ , ὑδρορρόα water course fem nom/voc/acc dual ὑδρορρόᾱ , ὑδρορρόα water course fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υδρορρόα — ἡ, Α (δωρ. τ.) βλ. υδρορρόη …   Dictionary of Greek

  • ὑδρορρόας — ὑδρορρόᾱς , ὑδρορρόα water course fem acc pl ὑδρορρόᾱς , ὑδρορρόα water course fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορρόαι — ὑδρορρόα water course fem nom/voc pl ὑδρορρόᾱͅ , ὑδρορρόα water course fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορρόαν — ὑδρορρόᾱν , ὑδρορρόα water course fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορροῶν — ὑδρορρόα water course fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορρόη — ὑδρορρόα water course fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορρόην — ὑδρορρόα water course fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρορρόης — ὑδρορρόα water course fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υδρορρόη — Αγωγός που περισυλλέγει τα νερά της βροχής από τις στέγες των κτιρίων, είτε για να τα απομακρύνει, είτε για να τα συγκεντρώσει σε στέρνα για μελλοντική χρησιμοποίηση τους. Παλιότερα η υ. ήταν ένας απλός μεταλλικός σωλήνας ή ένας σκαμμένος… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»